Παρέμβαση στην παρουσίαση της έκδοσης “Ίχνη μιας επίσκεψης”

Σεβαστοί πατέρες,

Αξιότιμες κυρίες και κύριοι

προς επίρρωση των όσων καίριων αναφέρθηκαν θα ήθελα να στρέψω την προσοχή σας σε τρία σημεία

Το πρώτο αφορά τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της τότε επίσκεψης του Αρχιεπισκόπου. Την Πάτρα επισκέφθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες κορυφαίες προσωπικότητες όπως ο Οικουμενικός Πατριαρχής Βαρθολομαίος, ο Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών Αλέξιος ο Β’ ή άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών με διεθνή ακτινοβολία όπως ο Orhan Pamuk ή ο Jose Saramango. Η επίσκεψη όμως του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου το 2002 έμεινε χαραγμένη στη συλλογική μνήμη της πόλης. Ακόμα και σήμερα κινητοποιεί συναισθηματικά Πατρινούς που ανέτρεξαν στα αρχεία τους για να εντοπίσουν υλικό από εκείνη την επίσκεψη για την παρούσα έκδοση. Είχε εκείνο το πέρασμα του Αρχιεπισκόπου από την πόλη μας έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της επίσκεψης στοιχειοθετείται φυσικά από τη φωτεινότητα της μορφής του επισκέπτη στην οποία αναφέρθηκαν οι προηγούμενοι ομιλητές.  Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας εκείνης της επίσκεψης έγκειται όμως και σε μια άλλη παράμετρο. Η επίσκεψη δεν αφορούσε μόνο τον εκκλησιαστικό χώρο. Ο υψηλός προσκεκλημένος αγκαλιάστηκε από τους τρεις σημαντικότερους θεσμούς της Πατραϊκής κοινωνίας. Ο Αρχιεπίσκοπος προσκλήθηκε από το Πανεπιστήμιο Πατρών προκειμένου να αναγορευθεί επίτιμος διδάκτορας του. Τιμήθηκε από το Δήμο Πατρέων με το μετάλλιο της πόλης και κόσμησε με την παρουσία του την κορύφωση των Πρωτοκλητείων εκείνης της χρονιάς. Είναι λοιπόν η επίσκεψη εκείνη ιδιαίτερη λόγω του ότι είναι προϊόν της συνέργειας των κορυφαίων θεσμών της Πατραϊκής κοινωνίας και μάλιστα στον κατάλληλο χρόνο: την εορτή του Πολιούχου. Η σημασία της συνεργασίας και των συνεργειών είναι μεγάλη σε κάθε εποχή. Η σημασία της συνεργασίας και των συνεργειών είναι ακόμα μεγαλύτερη σήμερα στο περιβάλλον της βαθιάς κρίσης και των ραγδαίων αλλαγών που βιώνουμε. Παρόλα αυτά βλέπουμε και σε τοπικό αλλά και σε εθνικό επίπεδο τα χάσματα να βαθαίνουν και οι περιχαρακώσεις μας σε μονοδιάστατες προσεγγίσεις της πραγματικότητας να εντείνονται.  Ας ελπίσουμε οι εκκλήσεις του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου για περισσότερη σιωπή, περισυλλογή και αυτοκριτική να πιάσουν κάποτε τόπο όχι στους άλλους, αλλά στον καθένα μας.

Ένα δεύτερο σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ είναι η ενότητα του ύφους των λόγων του Αρχιεπισκόπου που αναδεικνύεται ξεκάθαρα μέσα από τις σελίδες της έκδοσης. Ο Αρχιεπίσκοπος μίλησε στο Πανεπιστήμιο, μίλησε στον Άγιο Ανδρέα, μίλησε κατά το επίσημο γεύμα που παρέθεσε ο τότε Δήμαρχος Πατρέων ανήμερα της εορτής του Πολιούχου, έδωσε μια μακροσκελή συνέντευξη  σε τοπικό τηλεοπτικό σταθμό. Απευθύνθηκε σε διαφορετικά ακροατήρια, σε ανθρώπους με διαφορετικά χαρακτηριστικά, διαφορετικό μορφωτικό επίπεδο, διαφορετικά ενδιαφέροντα. Ο αναγνώστης θα επισημάνει πως παρά τις διαφορές αυτές, που ίσως σε πολλές περιπτώσεις να οδηγούσαν σε αλλαγή του ύφους του ομιλητή, το ύφος των λόγων του Αρχιεπισκόπου είναι το ίδιο ανεξάρτητα από το ακροατήριο στο οποίο απευθύνονται. Η ενότητα αυτή του ύφους είναι θεωρώ κλειδί για να προσεγγίσει κανείς τη μορφή και τη δράση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου. Η ενότητα αυτή αντικατοπτρίζει την πνευματική και ηθική συνοχή της προσωπικότητας του. Η συνοχή της πνευματικής αρματωσιάς του, της ακτινοβολίας του και της πίστης του είναι τέτοια που του επιτρέπει να είναι ο Αναστάσιος πέρα από γεωγραφικούς ή χρονικούς προσδιορισμούς. Να είναι ο Αναστάσιος στους ακαδημαϊκούς κύκλους του Πανεπιστημίου Αθηνών, να είναι ο Αναστάσιος στα ερευνητικά κέντρα της κεντρικής Ευρώπης, να είναι ο Αναστάσιος στα αγεωγράφητα νερά της Ουγκάντα της δεκαετίας του ‘60, να είναι ο Αναστάσιος ακόμα και στα ερείπια των πρώτων χρόνων της μετακομμουνιστικής Αλβανίας. Να υπογραμμιστεί πως η υψηλή συνοχή δε συνεπάγεται ομφαλοσκόπηση,  περιορισμένους ορίζοντες, αδυναμία διαλόγου ή γόνιμης αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον. Ίσα ίσα, είναι η συνοχή αυτή που επιτρέπει στο Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο να δρα με αυτοπεποίθηση σε δύσκολες συγκυρίες, να ανοίγει δρόμους, να καινοτομεί, να αναμορφώνει και να ανακαινίζει τον τόπο και το χρόνο στους οποίους κινείται. Σκιαγραφείται τούτο με τον καλύτερο τρόπο μέσα από την ανοιχτότητα του Αναστασίου για τον άλλο, το διαφορετικό, τον αλλοεθνή, τον αλλόπιστο. Πιστοποιείται μέσα από τη έγνοια και τον αγώνα του Αρχιεπισκόπου για την ιεραποστολή, για την οικουμενική ευθύνη της εκκλησίας, για «τον ειλικρινή σεβασμό προς την ιδιοτυπία κάθε λαού και πολιτισμού, για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου».

Κλείνοντας ας μου επιτραπεί ένα σύντομο σχόλιο σχετικά με τις υγρές ψυχές των κατοίκων αυτής της πόλης και τη ροπή τους στη μεμψιμοιρία και στη χαμηλή αυτοεκτίμηση. Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος αναφέρθηκε άμεσα και έμμεσα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του πολλές φορές στην πόλη μας και στα χαρακτηριστικά της. Ας τον ακούσουμε. Ας τον ακούσουμε διότι όπως τονίζει ο νομπελίστας λογοτέχνης Orhan Pamuk  «η [ομορφιά] και η γραφικότητα μιας πόλης αναδύονται  μέσα από τον ενθουσιασμό με τον οποίο την προσεγγίζουν [οι επισκέπτες της]. Η σχέση των ντόπιων με την πόλη βασίζεται πάντα στις μνήμες»  και οι μνήμες τους μπορεί να είναι καλές, κακές ή αδιάφορες. Ας τείνουμε λοιπόν ευήκοον ους σε ότι μας είπε ο υψηλός επισκέπτης για την ομορφιά και το χαρακτήρα της πόλης μας, για τον οικουμενικό Άγιο μας και τη σχέση μας μαζί του. Ας ακούσουμε τον Αρχιεπίσκοπο προσεκτικά για την οξύτητα του αισθητηρίου του, για τους ευρύτατους ορίζοντες του, για τη βαθιά και ακτινοβολούσα πνευματικότητα της μορφής του.

26 Φεβρουαρίου 2018, Ξενοδοχείο “Βυζαντινό”, Πάτρα

 

Comments are closed.