Του Δρ. Π.Κ. Αλεξόπουλου, Ψυχιάτρου
Αξιότιμε κ. Διευθυντά,
η «Πελοπόννησος» φιλοξένησε στις 30 Μαΐου παρέμβαση του κ. Ανδρέα Μαζαράκη με τίτλο «Υποταγή στη Δύση ή απομόνωση». Η παρέμβαση αυτή προσεγγίζει τη σημερινή σχέση της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους εταίρους της μέσα από τα ματογυάλια της κραταιάς αντίληψης πως ο Ελληνισμός εδώ και τουλάχιστον οκτώ αιώνες διώκεται από την «κερδοσκοπική, υπεροπτική και αλαζονική Δύση» στην οποία το έθνος μας αναγκάζεται συχνά να προστρέχει για να λαμβάνει την εκάστοτε «αναγκαία» βοήθεια.
Η συγκεκριμένη αντίληψη στηρίζεται σε δύο παραδοχές που ίσως βρίσκονται σε αναντιστοιχία με σημαντικές παραμέτρους της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Η πρώτη παραδοχή αφορά τη διαχρονική αντιπαλότητα Ελλάδας και «Δύσης»: Η «Δύση» βρίσκεται σήμερα απέναντι από την Ελλάδα όπως βρισκόταν πάντα εδώ και τουλάχιστον 800 έτη. Ας αναλογιστούμε όμως σε τι ακριβώς αναφερόμαστε, όταν μιλάμε για «Δύση». Σήμερα «Δύση» είναι για τους περισσότερους η δυτική Ευρώπη που ταυτίζεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Είναι όμως η ΕΕ και η Ελλάδα αντίπαλοι; Είναι η ΕΕ μια ξένη, επεκτατική και ίσως ιμπεριαλιστική δύναμη οικονομικής ή και πολιτικής κατοχής στον ελληνικό ή κυπριακό χώρο, όπως ήταν, για παράδειγμα, κατά περιόδους στο παρελθόν οι Φράγκοι, οι Βενετοί ή οι Γάλλοι και οι Άγγλοι; Φυσικά και όχι. Η ΕΕ συνιστά ένα μεγάλης ιστορικής βαρύτητας εγχείρημα υπέρβασης των εθνικών κρατών, προκειμένου να αποφεύγονται οι πολεμικές συρράξεις. Είναι μια κοινότητα προνομιούχων λαών, μια κοινότητα ευημερίας και ειρήνης. Οι πολίτες της απολαμβάνουν τα αγαθά της ισονομίας, του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας, της παιδείας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων και αγαθών, την ελευθερία. Σε αυτή την κοινότητα λαών η Ελλάδα συμμετέχει οικειοθελώς απολαμβάνοντας εδώ και δεκαετίες τις πρόνοιες διαδοχικών οικονομικών πακέτων ενίσχυσης και εκσυγχρονισμού των δομών της. Η Ελλάδα είναι οργανικό κομμάτι της Ευρώπης. Είναι οργανικό τμήμα της «Δύσης». Δεν νοείται σήμερα σχέση αντιπαλότητας της σημερινης «Δύσης» με την Ελλάδα. Κακά τα ψέματα.
Δεύτερη παραδοχή που βρίσκεται ίσως σε αναντιστοιχία με τη σύγχρονη πραγματικότητα: Η σχέση Ελλάδα και «Δύσης» είναι λόγω της αδυναμίας της πρώτης μια σχέση επιβολής της «Δύσης» και υποταγής της Ελλάδας. Μα είναι δυνατόν να μιλάμε περί επιβολής και υποταγής; Η Ελλάδα συμμετέχει ως ισότιμος εταίρος στη λήψη των αποφάσεων της ΕΕ. Παρά το δημοκρατικό έλλειμμα και τις δομικές δυσλειτουργίες της ΕΕ, η Ελλάδα, είτε το θέλουμε είτε όχι, συνδιαμορφώνει μέσω της συμμετοχής της στα όργανα της ΕΕ μαζί με τους εταίρους το κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Πιστοποιείται τούτο με τον καλύτερο τρόπο και μέσα από την παρούσα, τετράμηνη, επίπονη διαπραγμάτευση, αλλά και από τα μεσογειακά προγράμματα και από τις πρωτοβουλίες των ελληνικών προεδριών της ΕΕ. Στο πλαίσιο της εκάστοτε ισορροπίας δυνάμεων και της Realpolitik η Ελλάδα ως ισότιμος εταίρος κάπου χάνει, κάπου κερδίζει στα πλαίσια της διαρκούς διαπραγμάτευσης στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Σε καμιά περίπτωση δεν υποτάσσεται.
Από τα παραπάνω καθίστανται σαφείς οι λογικές αδυναμίες της προσέγγισης της παρούσας συγκυρίας μέσα από το φακό της οξείας αντίθεσης σε κάποιες ιστορικές περιόδους μεταξύ του Ελληνισμού και κρατών της «Δύσης». Αν θέλουμε πραγματικά να προσεγγίσουμε ορθολογικά, ώριμα και όχι με τη ματιά ενός θυμωμένου παιδιού τη σημερινή κρίση επιβάλλονται η ενδοσκόπηση, η αυτοκριτική και ο αυτοέλεγχος. Μόνον έτσι θα εντοπίσουμε τα (θανάσιμα) λάθη και τις (αμέτρητες) παραλείψεις μας και θα κατανοήσουμε το πώς φθάσαμε ως εδώ. Μόνο μέσα από τέτοιες διαδικασίες θα διαμορφώσουμε ρεαλιστικούς στόχους και σχέδιο για το πού θέλουμε εν τέλει να πάμε. «Η υπεραπλούστευση αποκλείει την παιδευτική διαδικασία» (Παναγιώτης Κανελλόπουλος), μας αποτρέπει από το να μάθουμε ως ελεύθεροι και ώριμοι πολίτες από τα λάθη μας και αποκλείει έτσι το άνοιγμα νέων δρόμων προς το μέλλον.
“Πελοπόννησος”, 5 Ιουνίου 2015