Του Δρ. Π. Κ. Αλεξόπουλου, Ψυχιάτρου
Στα πλαίσια της διασυνδετικής ψυχιατρικής φροντίδας σε νοσοκομείο της κεντρικής Ευρώπης «έπεσα πάνω» σ’έναν «παροδικό» γείτονα μου με καταγωγή από τη Λιθουανία… Είκοσι-τεσσάρων περίπου ετών κατά την ετικέτα του, με κουκούλα για να κρύβει τα αραιωμένα του μαλλιά, μιλούσε με κάθε ευκαιρία κατά τη διάρκεια της εξέτασης για τα ταξίδια που έκανε, για τόπους που επισκέφθηκε, για θάλασσες που γνώρισε κι απ’την καλή και απ’την ανάποδη… Σε μια αποστροφή του λόγου του «κοντοστάθηκε», σούφρωσε τα μάτια και εστίασε στο καρτελάκι με το όνομα μου που κρεμόταν στο μέρος της καρδιάς. Αστακός μού λέει υψώνοντας το τόνο της φωνής του, με το βλέμμα του να έχει πάρει φωτιά.. «Τέσσερις μήνες έμεινα στο λιμάνι του Αστακού περιμένοντας φορτίο» συμπλήρωσε. Αναπώλησε διαδρομές με ποδήλατο και καλή παρέα από το λιμάνι ως την πολίχνη του Αστακού… Καμιά δεκαριά χιλιόμετρα είχε «ζυγίσει» η μνήμη του την απόσταση. Θυμήθηκε μπαράκια και βόλτες στις παραλίες. Μίλησε για το Μεσολόγγι και την Πάτρα. Τέσσερις μήνες δίχως έγνοιες, με αδάμαστη ελαφρότητα. Μήνες απλόχερα σπαταλημένοι. Τέσσερις μήνες σκόρπιας, περιπλανώμενης ζωής…
Και τώρα σκοτεινιασμένος από τα ανελέητα ερωτήματα του αθώου που σέρνει ήδη το σταυρό του προς το Γολγοθά της καταδίκης του εις θάνατον… Αναζητά απεγνωσμένα έναν Σίμωνα, γιατρειά και ανακούφιση προσωρινή. Ψάχνει με πείσμα για μια φωτεινή προοπτική, έστω και πρόσκαιρη για ν’απαγγιάσει… Εις μάτην… Η μνήμη έχει αρχίσει ήδη να διεκδικεί από το χρόνο αυτό που της ανήκει. Πριν είναι αργά. Πριν αγγίξει ο ίδιος την κορυφή του Γολγοθά του. Τώρα που με απελπισία ψηλαφεί την απουσία της επόμενης φοράς, της άλλης ευκαιρίας, μαθαίνει να ζει με όσα έζησε στην περιπλανώμενη ζωή του… Υπάρχουν ναυτικοί που ο Άη Νικόλας τους φύλαξε στις θάλασσες. Η μεγαλύτερη φουρτούνα όμως, αυτή που απειλεί να ρίξει την αυλαία καιροφυλακτούσε στη στεριά … Μυστήριο και ρουλέτα η ζωή…