Του Γιώργου Βλαντή
Ὑπάρχουν ἀπογεύματα καθαρτικὰ χρωμάτων
Ὧρες ὅπου ἡ πίκρα καὶ ὁ ἔρωτας συμμελωδοῦνται
στὸ ρυθμὸ μιᾶς διαφάνειας τιμαλφοῦς
Ὧρες γεμάτες κύματα κὶ ἀπὸ τὴ μοναξιά μας
Πλήρεις ἀπὸ τετελεσμένου μέλλοντος σπαράγματα
Στικτὲς σὰν εὔθραυστες καὶ καίριες θυμήσεις
Μέσα στὸ κυανὸ παθιάζει ὁ χρυσὸς τὴν ἄργιλο
Καθῶς τὸ θέλησε μελαγχολία ἐσπερινὴ
Δεσμεύοντας τὸ αἷμα τῶν δακρύων μας
Σὰν σπόγγος εὐγενοῦς ἐπιθυμίας
Σὰν Εὐρασία ψυχῆς ποὺ σιγοκαῖει
Πάνω στὸ βράχο μιὰ συστάδα πεύκων ἐκτίθεται στὰ χαράγματα
ἐφήμερων ἐρώτων
Σμιλεύεται ἀτέρμονα ἀπὸ τὶς ὧρες τῆς ἀγάπης
Μοίρα κοινὴ γιὰ κάθε ὀμορφιὰ
καταντικρὺς τῆς θάλασσας
Ἀπὸ κοντὰ ἠχοῦν κατάλευκα τὰ μάρμαρα
Μὲς στὸ νερὸ εὐγνώμονα ἐρείπια τῆς ματιᾶς μας
Ὑπάρχουν ἀπογεύματα ποὺ φέρουν τὴν ἀνατολὴ ἐντός τους
Ποὺ καταδύονται στοχαστικὰ μὲς στὸ πορτοκαλὶ τῆς χάριτος
Ἀπογεύματα ποὺ στήκουν καὶ πίπτουν ὡς μιὰ πλήρης καὶ ἐκτατὴ στιγμὴ
Ὡς τὸ πάλλευκο καὶ εὔφλεκτο σημεῖο
τῶν δύο καὶ μόνων
τῶν δύο καὶ μαζὶ ἀνθρώπων.